ΤΡΕΙΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΙ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ
- By Tassos Spandideas
- 20 May, 2018
- Comments Off on ΤΡΕΙΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΙ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ
Αναστάσιος Σπαντιδέας MD, PhD, FCCP Παθολόγος – Κλινικός Φαρμακολόγος Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Υπάρχουν διάφορες δοξασίες όσον αφορά ορισμένες ιατρικές συμβουλές οι οποίες μεταβιβάζονται από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά χωρίς να έχουν κάποιο επιστημονικό έρισμα. Άλλες από αυτές τις δοξασίες είναι επιστημονικά σωστές πολλές όμως δεν στηρίζονται σε επιστημονικά δεδομένα. Τρεις από αυτές τις δοξασίες είναι:
1. Ισχύει το ότι πρέπει να πίνουμε 8 ποτήρια νερό την ημέρα;
2. Ισχύει το ότι πρέπει να μην κολυμπάμε φαγωμένοι;
3. Ισχύει το ότι δεν πρέπει να κάνουμε ηλιοθεραπεία;
Μύθος 1ος. Ισχύει το ότι πρέπει να πίνουμε 8 ποτήρια νερό την ημέρα;
Oι ανάγκες του ανθρώπινου οργανισμού για υγρά, σε ένα φυσιολογικό άτομο, εξαρτώνται από την ποσότητα και το είδος των προσλαμβανομένων τροφών, της σωματικής δραστηριότητας και της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος. Η ανάγκη για την λήψη υγρών εκδηλώνεται με το αίσθημα της δίψας. Το αίσθημα της δίψας δημιουργείται μέσω ενός πολύπλοκου νευρο-τασεο-χημικού μηχανισμού που καθορίζει πότε ο οργανισμός μας έχει έλλειμμα ή περίσσεια υγρών. Άρα όταν ο οργανισμός μας ΄΄διψάει΄΄ έχει δηλ ανάγκη υγρών θα μας ειδοποιήσει μέσω του αισθήματος της δίψας.
Αυτό που συχνά λέγεται ότι πρέπει καθημερινά να πίνουμε 6-8 ποτήρια νερό δεν έχει καμιά επιστημονική βάση μια και δεν υπάρχουν μελέτες που να δείχνουν ότι τα άτομα που πίνουν αρκετά υγρά έχουν κάποιο όφελος σε σύγκριση με αυτά που πίνουν λιγότερα υγρά.
Ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι πρέπει να αυξήσετε την κατανάλωση υγρών είναι η δίψα και το έντονα κίτρινο χρώμα των ούρων το οποίο οφείλεται στο ότι αυτά είναι πολύ συμπηκνωμένα μια και ο οργανισμός, σε καταστάσεις ελλείμματος υγρών, προσπαθεί να κρατήσει το νερό μέσα του αποβάλλοντας λίγα και πολύ συμπηκνωμένα ούρα. Τα φυσιολογικά ούρα είναι διαυγή και έχουν χρώμα παρόμοιο με αυτό του νερού.
Η περίσσεια λήψη υγρών όχι μόνο δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι επωφελής για τον οργανισμό μας αλλά μπορεί να αποδειχθεί και επικίνδυνη αφού μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας ιδιαίτερα σε άτομα που πάσχουν από νεφρική ή καρδιακή ανεπάρκεια ή σε άτομα που πάσχουν από υπέρταση.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι μεγάλη ποσότητα υγρών οργανισμός μας την προμηθεύεται από τις τροφές και τα φρούτα και ότι στα υγρά συγκαταλέγονται όχι μόνο το νερό αλλά και κάθε άλλο είδος ρευστής τροφής ή ποτού π.χ σούπες, αναψυκτικά, ροφήματα κλπ
Μύθος 2ος. Ισχύει το ότι πρέπει να μην κολυμπάμε φαγωμένοι;
Αυτή η επιταγή μας ακολουθεί από τα παιδικά μας χρόνια αφού όλοι θυμόμαστε τους γονείς μας να μας απαγορεύουν να κάνουμε μπάνιο πριν περάσουν 2-3 ώρες μετά το φαγητό. Ο φόβος ότι θα πνιγούμε αν κολυμπήσουμε φαγωμένοι επειδή ΄΄θα βαρύνουμε΄΄ ή επειδή θα λιποθυμήσουμε είναι θεωρητικός, αβάσιμος και δεν στηρίζεται σε επιστημονικές αποδείξεις.
Αυτός ο φόβος μπορεί να έχει βάση, σε κάποιο βαθμό, μόνο σε περιπτώσεις που το άτομο πρόκειται να κολυμπήσει έντονα όπως π.χ να συμμετάσχει σε αγώνες κολύμβησης ή πόλο, να διασχίσει κολυμπώντα μεγάλες αποστάσεις ή να αντιμετωπίσει μεγάλα κύματα ή ρεύματα καταστάσεις δηλαδή, κατά τις οποίες απαιτείται έντονη σωματική δραστηριότητα.
Τρώγοντας προσθέτουμε μια ακόμα λειτουργία στον οργανισμό μας, αυτή της πέψης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλες οι άλλες λειτουργίες του οργανισμού μας αναστέλλονται προκειμένου να πραγματοποιηθεί η πέψη της τροφής
Όπως μετά το φαγητό δεν απαγορεύεται να βαδίσουμε, να εργαστούμε ή να κάνουμε οποιαδήποτε άλλη ήπια σωματική δραστηριότητα έτσι και με το κολύμπι μπορούμε μετά το φαγητό να δροσιστούμε κολυμπώντας ήπια χωρίς να διατρέχουμε κάποιον πρόσθετο κίνδυνο.
Αυτό που δεν επιτρέπεται είναι το κολύμπι μετά από κατανάλωση αλκοόλ αφού με αυτό αμβλύνεται η κρίση μας, υπερεκτιμώνται οι ικανότητές μας που μπορεί να μας οδηγήσουν σε επικίνδυνες ενέργειες.
Μύθος 3ος. Ισχύει το ότι δεν πρέπει να κάνουμε ηλιοθεραπεία;
Η υπερβολική έκθεση στον ήλιο σίγουρα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης μελανώματος, ενός καρκίνου του δέρματος από τους πιο θανατηφόρους. Όσο πιο ανοιχτόχρωμο είναι το δέρμα μας τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος να υποστεί τις βλάβες που προκαλεί η ηλιακή ακτινοβολία.
Η ηλιακή ακτινοβολία διακρίνεται στην υπέρυθρη, που είναι αυτή που προκαλεί τη θερμότητα και ευθύνεται για την αύξηση της θερμοκρασίας, και στην υπεριώδη που είναι αυτή που προκαλεί τις βλάβες στον οργανισμό μας.
Η υπεριώδης ακτινοβολία, ανάλογα με το μήκος κύματός της, διακρίνεται σε 3 κατηγορίες την UVA, την UVB και την UVC. Η UVC απορροφάται από την στρατόσφαιρα και δεν φθάνει στη γή. H UVB είναι αυτή που προκαλεί τις βλάβες του δέρματος (ηλιακά εγκάυματα, καρκίνος του δέρματος) αλλά θεωρείται υπεύθυνη και για την πρόκληση καταρράκτη. Η UVA αποτελεί το 95% της υπεριώδους ακτινοβολίας και λόγω του μεγάλου μήκους κύματός της διαπερνά την επιδερμίδα και φθάνει στα βαθύτερα στρώματα του δέρματος (στο χόριο) όπου φιλοξενούνται οι ινοβλάστες. Οι ινοβλάστες είναι τα κύτταρα που παράγουν το κολλαγόνο και την ελαστίνη δυο ουσίες στις οποίες οφείλεται η σπαργή και το σφρίγος του δέρματός μας. Βλάβη των ινοβλαστών οδηγεί σε μειωμένη παραγωγή κολλαγόνου και ελαστίνης με αποτέλεσμα τη γήρανση του δέρματος (ρίκνωση, ριτίδωση, σταφίδιασμα).
Από την άλλη μεριά η υπεριώδης ακτινοβολία είναι απαραίτητη για την παραγωγή της βιταμίνης D, η σύνθεση της οποίας γίνεται στο δέρμα με την επίδραση της βιταμίνης D.
Η βιταμίνη D θεωρείται μια από τις σπουδαιότερες βιταμίνες του οργανισμού μας αφού εμπλέκεται σχεδόν σε όλες τις λειτουργίες του. H βιταμίνη D μέσω των υποδοχέων της επηρεάζει πάνω από 2.000 γονίδια τα οποία κωδικοποιούν μια σειρά πρωτεϊνών απαραιτήτων για τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού μας.
Μερικοί από τους πιο σπουδαίους ρόλους της βιταμίνης D είναι :
- Εξασφάλιση γερών οστών και δοντιών αφού η βιταμίνη D ρυθμίζει τα επιπέδα του ασβεστίου και του φωσφόρου στον οργανισμό μας
- Η θωράκιση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού μας που μας καθιστά ανθεκτικούς στις διάφορες λοιμώξεις και τα αυτοάνοσα νοσήματα
- Η προστατευτική της δράση έναντι διαφόρων μορφών καρκίνου
- Η προστατευτική της δράση έναντι τω καρδιαγγειακών νοσημάτων
- Η προστατευτική της δράση στην εκδήλωση του σακχαρώδη διαβήτη
- Η προστατευτική δράση έναντι διαφόρων νευρο-ψυχιατρικών αθήσεων όπως νόσος Πάρκινσον, σκλήρηνση κατά πλάκας, άνοια, κατάθλιψη κ.ά
Άρα τα επαρκή επίπεδα βιταμίνης D στον οργανισμό μας θεωρούνται απαραίτητα και αυτά μπορούν να δημιουργηθούν μόνο με την έκθεσή μας στον ήλιο.
Η ιατρική όμως επιστημονική κοινότητα έχει προκαλέσει σύγχυση στον κόσμο διότι από τη μια μεριά του συνιστά να αποφεύγει την ηλιοθεραπεία λόγω αύξησης του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του δέρματος και από την άλλη συνιστά την ηλιοθεραπεία ως απαραίτητη για τη σύνθεση της βιταμινης D. Οι δύο αυτές αντικρουόμενες θέσεις οδηγούν σε ακραίες καταστάσεις ανάλογα με ποια υιοθετεί καθένας μας. ΄Ετσι σε μια ηλιόλουστη χώρα ‘οπως είνα η Ελλάδα με ετήσια ηλιοφάνεια πάνω από 3.000 ώρες το ποσοστό των ατόμων που παρουσιάζουν έλλειξη της βιταμίνης D ξεπερνάει το 60%( ιδιαίτερα στα ηλικιωμένα άτομα) και από την άλλη μεριά μια αύξηση της συχνότητας εμφάνισης των καρκίνων του δέρματος.
Όπως συμβαίνει όμως, σχεδόν πάντα, σε τέτοιες καταστάσεις το σωστό βρίσκεται κάπου στη μέση. Έτσι σήμερα συνιστούμε, ανάλογα με την εποχή του έτους, την λελογισμένη έκθεση του σώματός μας στον ήλιο. Αυτό για τους καλοκαιρινούς μήνες μεταφράζεται σε ολόσωμη ηλιοθεραπεία, φορώντας δηλ μόνο το μαγιό μας 10-15 λεπτά ημερησίως χωρίς τη χρήση αντιηλιακού κατά τις μεσημεριανές ώρες (12:00-15:00). Με την ολιγόλεπτη αυτή ηλιοθεραπεία εξασφαλίζουμε στον οργανισμό μας τις ημερήσιες απαραίτητε ποσότητες βιταμίνης D που είναι οι 1.000 μονάδες ( σε ορισμένα άτομα με συγκεκριμένο δερματότυπο η σύνθση μπορεί να φθάσει και τις 10.000 μονάδες βιταμίνης D). Για τους χειμωνιάτικους μήνες, με μόνο το 10% του σώματός μα ς να είναι εκτεθιμένο στον ήλιο, ο χρόνος αυτός ανέρχεται περίπου στις 2 ώρες κάτι που πρακτικά είναι αδύνατο γι΄αυτό και εμφανίζεται τόσο υψηλό ποσοστό έλλειγης της βιταμίνης D στο γενικό πληθυσμό. Τα χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D παρουσιάζονται κατά το τέλος του χειμώνα.
Με τα ανωτέρω υποδεικνυόμενα χρονικά διαστήματα έκθεσης στον ήλιο αφ΄ενός εξασφαλίζουμε τις απαραίτητες για τη λειτουργία του οργανισμού μας ποσότητες βιτμίνης D και αφ΄ετέρου ελαχιστοποιούμε τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνων του δέρματος.
Εάν δεν υπάρχει η δυνατότητα τροφοδοσίας του οργανισμού μας με βιταμίνη D, μέσω του φυσικού τρόπου της έκθεσης στον ηλιο, τότε επιβάλλεται η από του στόματος λήψη κάποιου σκευάσματος με το οποίο πρέπει να εξασφαλίζονται ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού μας.